Ο Δημήτρης Μπελαντής ασχολείται από το έτος 1988 ανελλιπώς με υποθέσεις ποινικού δικαίου πολλών διαφορετικών κατηγοριών. Ήδη από το έτος 2000 παρίσταται και σε αναιρετικές ποινικές υποθέσεις στον Άρειο Πάγο, έχοντας κερδίσει σημαντικό αριθμό ποινικών αναιρέσεων. Επίσης, η διδακτορική του διατριβή με θέμα «Αντιτρομοκρατική Νομοθεσία και αρχή του κράτους δικαίου» ( έκδοση 1997 , Δίκιο και Οικονομία) καλύπτει αντικείμενο στα όρια συνταγματικού και ποινικού δικαίου, σχετικό ειδικότερα με την νομοθεσία περί εγκληματικών και τρομοκρατικών οργανώσεων, όπως αυτή ίσχυε προ του νυν ισχύοντος ν. 2928/2001.
Κατά την περίοδο 1992-2002, οπότε και συνεργάσθηκε κατ’ αποκοπήν με την τότε δημόσια τράπεζα «Τράπεζα Κεντρικής Ελλάδος ΑΕ» ( στην συνέχεια «Εγνατία Τράπεζα ΑΕ»), χειρίσθηκε το ποινικό σκέλος πολλών τραπεζικών υποθέσεων σχετικών με κατάθεση μηνύσεων –εγκλήσεων για ακάλυπτες επιταγές , οικονομικά αδικήματα κλπ.
Συμμετείχε ως συνήγορος υπεράσπισης σε αρκετές υποθέσεις σχετικές με την σύλληψη των 500 νέων στο Πολυτεχνείο την 18-11-1995 καθώς και με συλλήψεις σε διαδηλώσεις κατά του διαγωνισμού ΑΣΕΠ το 1998 και με συλλήψεις κατά τις διαδηλώσεις εναντίον του πολέμου στην Γιουγκοσλαβία (1999) και στο Ιράκ (2003).
Κατά την διετία 1999-2000 παραστάθηκε σε σημαντικές ποινικές υποθέσεις στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων σχετικές με σοβαρά κακουργήματα και πλημμελήματα όπως ληστείες, απόπειρες ανθρωποκτονιών, κατοχή εκρηκτικών υλών, απαγωγή κλπ.
Κατά την περίοδο των «δικών της τρομοκρατίας», ο Δημήτρης Μπελαντής παρέσχε στους συνηγόρους υπεράσπισης των φερομένων ως μελών της «17 Νοέμβρη» επιστημονική γνωμοδότηση, όπου υποστήριξε την άποψη ότι τα τρομοκρατικά αδικήματα εμπίπτουν σαφώς στην έννοια του «πολιτικού εγκλήματος» κατά το άρθρο 97 Συντάγματος και θα έπρεπε να δικάζονται από ορκωτά δικαστήρια , σε αντίθεση με τα οριζόμενα στον ν. 2928/ 2001 ( αντιτρομοκρατικός νόμος). . Το πνεύμα αυτής της γνωμοδότησης, παρά το ότι δεν έγινε δεκτή από τα δικάσανταΤριμελή Εφετεία Κακουργημάτων , καθόρισε τους σχετικούς ισχυρισμούς των συνηγόρων υπεράσπισης σε όλες τις μεγάλες «δίκες της τρομοκρατίας» το 2003-2004. Επίσης, μετέσχε άμεσα ως συνήγορος υπεράσπισης στην δίκη του «Επαναστατικού Λαϊκού Αγώνα» το 2004 , όπου , σε συνεργασία και με άλλους/ες συναδέλφους, πέτυχε την αθώωση του εντολέα του για το αδίκημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση. Όμοιο αποτέλεσμα είχε και σ ε επόμενη σχετική δίκη το 2006.
Μέχρι και σήμερα αναλαμβάνει υποθέσεις σχετικές, μεταξύ άλλων, με αδικήματα που τελούνται σε διαδηλώσεις/δημόσιες συναθροίσεις, γνωρίζοντας αρκετά καλά το αντικείμενο των αδικημάτων που αφορούν την πολιτειακή εξουσία και την δημόσια τάξη ως διαστάσεις του εννόμου αγαθού της εσωτερικής κρατικής ασφάλειας (αντίσταση κατά της αρχής 167 ΠΚ, παράνομη βία 330 ΠΚ, απείθεια 169 ΠΚ , διατάραξη κοινωνικής ειρήνης 189 ΠΚ, κατάληψη δημοσίων κτιρίων και διατάραξη οικιακής ειρήνης δημοσίων κτιρίων , 334 παρ. 2 ΠΚ κ.α.), όπως και την ισχύουσα νομοθεσία περί εγκληματικών και τρομοκρατικών οργανώσεων ( 187 και 187 Α , 187 Β ΠΚ, ν. 2928/2001, ν. 3251/2004 , ν. 3875/2010 κ.α.).
Ήδη χειρίζεται σειρά ποινικών υποθέσεων, που αφορούν αδικήματα κατά την καταστολή ειρηνικών διαδηλώσεων στην γνωστή υπόθεση των 595 καθαριστριών του Υπουργείου Οικονομικών, οι οποίες απολύθηκαν το 2013 και στην συνέχεια δικαιώθηκαν δικαστικά και πολιτικά και επανήλθαν νόμιμα στην εργασία τους το καλοκαίρι του 2015.
Επίσης, έχει κατ’ επανάληψη μετάσχει σε δίκες που αφορούν αδικήματα εξύβρισης, συκοφαντικής δυσφήμησης και άλλα σχετικά με την ποινική προστασία της προσωπικότητας ( 361, 363, 367 ΠΚ, 57 και 914, 932 ΑΚ κλπ). Καθώς και ποινικές δίκες, οι οποίες συνάπτονται με την τέλεση πειθαρχικών αδικημάτων από δημοσίους υπαλλήλους( παράβαση καθήκοντος κατά το άρθρο 259 ΠΚ, καθώς και άλλα υπηρεσιακά αδικήματα).